Ημερολόγιο · σελίδα νούμερο δέκα
Κι όμως. Τα αληθινά καλλιτεχνικά γεγονότα δεν θέλουν παραγωγές, σκηνές, θιάσους, επαγγελματίες χειροκροτητές. Το κορυφαίο μάλιστα αυτής της περιόδου, το πιο ανεπιτήδευτο, αφοπλιστικό, συγκινητικό και αυθεντικό, εκτυλίσσεται στο δρόμο, μέσα σε ένα μικρό παλιό Ρενώ, που κάποια στιγμή μπορεί να μείνει και εσύ να αναγκαστείς να το σπρώχνεις. Η Ποίηση του Σαμψών Ρακά (Με το Καλέμι στο Στόμα) γίνεται το μικροσκόπιο για να ξαναδούμε την πόλη μας και τις ζωές μας από την αρχή και για να ταξιδέψουμε μακριά από αυτή (αυτές). Mια ωραία βραδιά λοιπόν, ο Σαμψών με παρέλαβε μαζί με μια φίλη κι έναν άγνωστο με το αυτοκινητάκι του από το άγαλμα του Παλαμά. Οργώσαμε μαζί το ιστορικό κέντρο, βγήκαμε στην Κωνσταντινουπόλεως , στη Συγγρού, γυρίσαμε από του Φιλοπάππου . Όσο οδηγούσε μάς κερνούσε γενναιόδωρα σφηνάκια ποίησης, αυτής της πρωτόφαντης ποιητικής πρόζας του. Αυτό συνέβαινε με τον πιο φυσικό τρόπο κι όταν κατεβαίναμε μαζί του από το αυτοκίνητο, σκασφαλώναμε σε ταράτσες ή κατευθυνόμασταν σε πλατείες.Μας φόβισε αρχικά σαν σκανδαλιάρικο παιδί: “είναι ένα φίδι κάτω από τα πόδια σας, μπορεί να σας χαιδέψει”. Μας μίλησε για τον Ούτι και μας αφηγήθηκε το όνειρο της Μαρίας. Ακούσαμε απ΄το στόμα του ότι “όλη η Ελλάδα καθρεφτίζεται στο βλέμμα ενός αστέγου” και πως ” Πρέπει να διωχθεί η Ελλάδα να σωθεί ο τόπος μας. Θέλουμε την πατρίδα πίσω.Πόσο πιο πίσω θέλετε να την πάτε; “. Και, ω του Θαύματος, σε αυτό το road συμβάν εν μέσω μικρών τελετουργιών, ξαναείδαμε την τρισάθλια πόλη μας και το συναίσθημά μας με νέα πεντακάθαρα μάτια. Σε ευχαριστώ, Σαμψών!
της Ιωάννας Κλεφτόγιαννη