Ημερολόγιο · σελίδα νούμερο δεκαπέντε

Μια βόλτα στην Αθήνα, σε ένα ρενό του ’93, με δυο φίλες μου και έναν οδηγό-ομιλητή που λέει άραγε τα δικά του, ή μας αφορούν; “Ο χρόνος” λέει “έχει ανάγκη τα δευτερόλεπτα όχι την αιωνιότητα” και η πόλη μάς ακολουθεί σ’ αυτό το ταξίδι στον χρόνο. Μιλάει ο Ούτις – μα θες να πεις πως δεν μιλά κανένας; Μπορεί να είναι και έτσι, τα λόγια που ακούμε είναι παράξενα αντικείμενα, αποκτούν ιδιαίτερη μορφή για τον καθένα – ποτέ δεν ακούμε τα ίδια, είναι η φύση μας τέτοια.

Η πόλη κινείται, πλησιάζει και απομακρύνεται. Αναζητάμε «πνευματικούς βανδάλους», ο Παλαμάς μεθυσμένος, ο Μιστράλ αποκαθίσταται ως ποιητής, και οι περαστικοί που ρωτάμε αγνοούν την οδό Γιαννούλη Χαλεπά. Μια αμερικανίδα μπασκετμπολίστρια γίνεται σύμμαχος της πιο ιερής μοναξιάς. Σταματάμε κάτω από γέφυρες και έχουμε πεισθεί πια πως είναι κούφιες, και ο ποιητής – χρόνια 14 – ζητάει μια βοήθεια, εκλιπαρεί για έναν θεό «πανταχού απών» – η πόλη καλύπτει τη φωνή του.  Η μουσική συμπληρώνει

τα κενά, τα συναισθήματα φεύγουν απ’ τα ανοιχτά παράθυρα.

«…να έχεις τη στόφα της αυτοκαταστροφής και να μην ξέρεις να γράφεις» – γι’ αυτό θέλουμε τον ποιητή δικό μας, να τον καταπιούμε με μια εισπνοή και να ελευθερώσουμε την ποίηση στην εκπνοή μας.

«Όλοι δικαιούνται έναν φόνο στη ζωή τους». Το θεώρημα αυταπόδεικτο, η φωνή εξακολουθεί, και απορροφά την ύπαρξή μας – η πόλη εξαφανίζεται, το ρενό επιπλέει σε μια χλιαρή θάλασσα – μόνο η μουσική υπάρχει και οι ανάσες των όντων – και γι’ αυτό «οτιδήποτε δεν φθείρεται στη γη πρέπει να εξολοθρεύεται».

για το κείμενο | Lena Sengi
για τη Photo | Stephanie Ducournau
για τη σιωπή | Χριστίνα