Ημερολόγιο · σελίδα νούμερο δεκατρία

Με έναν περίεργο τρόπο, αγαπάω πολύ την Αθήνα. Κι αυτό σκεφτόμουν καθώς χάζευα όλα τα μέρη στα οποία πήγαμε βόλτα με το Ρενό. Επανανοηματοδοτούνταν η πόλη, μέσα από μια τέχνη αλλιώς, και μέσα από μια αποστασιοποίηση που είχα προφανώς ανάγκη. Ήταν βέβαια σαν κάποιος να μου κάνει πλάκα. Όλα τα μέρη που πήγαμε, τα μέρη που σταθήκαμε, που διασχίσαμε ή σταματήσαμε, ήταν με κάποιο διαβολεμένο τρόπο, συγκεκριμένα ιδιαίτερα μέρη του παρελθόντος ή του παρόντος μου.

Πάντως, αυτό που ερχόταν, ήταν εντελώς πρωτόγνωρο. Μια παράσταση αυτοκινήτου, δηλαδή μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο, δηλαδή μέσα στο δικό του αυτοκίνητο, ένα μικρό λευκό Ρενό με δύο δεινοσαυράκια στο παρμπρίζ, πολλά μικρά αυτοκόλλητα στο ντουλαπάκι, ένα μαγικό κασετόφωνο (σιντί δηλαδή, αλλά εντάξει), και μια ιδιαίτερη οικειότητα. Τρία άτομα, γνωστοί/ες ή άγνωστοι/ες, σε μια βόλτα στην πόλη, με τον Σαμσών Ρακά να διηγείται την ανέκδοτη ποιητική του έκταση ΟΥΤΙΣ, με πανέμορφες μουσικές για δυόμιση περίπου ώρες. Σημείο εκκίνησης, το άγαλμα του Παλαμά. Σημείο λήξης, ε, προφανώς: ένα πάρκο κι ένα τρένο.

Μια απίστευτη μυσταγωγία. Και φυσικά, ένα βράδυ μιας διαρκούς ερωτεύσιμης και ερωτικής, κατάστασης και διαδικασίας. Ένα κολάζ από στίχους. Πίστευα πιο μικρή ότι δεν υπάρχει έρωτας αν δεν τον ζεις (πριν καναδυό χρόνια δηλαδή). Σκέφτομαι πλέον, μήπως ο έρωτας υπάρχει κυρίως αν δεν τον ζεις;

Μα καλά, γίνονται αυτά στην πραγματική πραγματικότητα; Ε ναι, γίνονται αυτά στην πραγματική (μας) πραγματικότητα.

Κολάζ παραγράφων από το κείμενο της Ειρήνης Γαϊτάνου

Ολόκληρο εδώ