Ημερολόγιο · σελίδα νούμερο τρία

Μαρ 21, 2017

Οι Ούτινες της Ουπόλεως

Ούτις. Ου τις. Όχι κάποιος. Κανένας. Έτσι συστήθηκε ο Οδυσσέας στον Κύκλωπα Πολύφημο, και το διάλογό τους ραψωδεί ο Όμηρος, ο ποιητής του Τρωικού Πολέμου.

Ούτι. Ου τι. Όχι κάποιο. Κανένα. Δεν υπάρχει κανένα βιβλίο με τίτλο «Ούτις» και συγγραφέα το Σαμσών Ρακά. Απαγγέλλει ο ίδιος τους ατύπωτους στίχους του, ποιητής κι αυτός ενός πολέμου. Ενός πολέμου άτρωτου από την όποια ειρήνη. Μα το βιβλικό του όνομα κάνει τα λόγια του να ηχούν σαν προσευχές μαζί και προφητείες. Μόνο που δεν είσαι σίγουρος αν οι προσευχές κατευθύνονται από κάτω προς τα πάνω ή το ανάποδο. Και αμφιβάλλεις αν η προφητεία προϋπάρχει της εκπλήρωσής της ή έπεται αυτής, για να θριαμβεύσει αλαζονικά σαν ερμηνεία.

Ούτινες. Ου τινές. Όχι κάποιοι. Κανένες. Έτσι νιώθουμε όσοι γεμίζουμε το όχημά του: αδειάζουμε τον εαυτό μας και ξεχνάμε ποιοι είμαστε. Είμαστε αυτό που αφηνόμαστε να γίνουμε τώρα. Ξεχνάω κι εγώ από τη θέση του συνοδηγού ότι δίπλα μου κάθεται και οδηγεί ένας στενός μου φίλος. Η συνθήκη απαιτεί και επιβάλλει τη διάρρηξη κάθε κοινωνικού δεσμού μεταξύ των επιβατών.

Ούπολις. Ου πόλις. Όχι πόλη. Καμία πόλη. Δεν είναι αυτή η Αθήνα. Δεν είναι αυτή η Αθήνα μου. Τη βλέπω μέσ’ απ’ το τζάμι σα μια πόλη που δεν υπάρχει. Μια πόλη που μόλις γκρεμίστηκε ή μια πόλη που τώρα στήνεται. Δρόμοι που χιλιοπερπάτησα, μου φανερώνονται σαν απάτητοι. Στενά που δεν πέρασα ποτέ, μου φαντάζουν οικεία. Μπέρδεμα.

Ο Σαμσών είναι ένας πεθαμένος ποιητής. Μόνο ως τέτοιος μπορεί να μιλήσει έτσι και να δείξει τόσα. Σκιές και εκτοπλάσματα είναι η ακολουθία του. Τα μνημονεύει άλλωστε συχνά – και στο «Αμπερλουδαχαμίν» και στον εκτετραμμένο «Άμλετ» του. Οι στίχοι του είναι η μόνη απόδειξη ότι ίσως υπήρξε. Εξάλλου, κι όσο υπήρχε, ξεγραμμένος ήταν από ληξιαρχεία, μητρώα κι εκλογικούς καταλόγους. Και την αστυνομική του ταυτότητα, χεσμένη την είχε κι αυτή, μαζί με το βαφτιστικό του. Είχε φύγει πριν έρθει – και ξανάφυγε, για μια αχαρτογράφητη «Ψυττάλεια».

«Δόξα σοι φευγιό μου, δόξα σοι.»

ΥΓ. Αυτό που σμιλεύεις με το καλέμι σου, εκεί, πλάι στο κοιμητήριο του Κεραμεικού, τι να `ναι; Το μνήμα σου ή η μνήμη μας;

Χαρίλαος Τρουβάς