η προσευχή του ελάχιστου
της Όλιας Λαζαρίδου

Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ένα ακόμα ποίημα. Το κείμενο της Όλιας Λαζαρίδου περισσότερο με μια ταπεινή προσευχή μοιάζει, που κόβει όμως άμα δεν προσέξεις. Όπως τα σπασμένα κοχύλια. Βασισμένη στις αναμνήσεις της (κορίτσι, έρωτας, αποχωρισμός) δεν φλυαρεί. Στύβει το βίωμα της, ώστε τελικά καταφέρνει να μην εξουθενωθεί στη νοσταλγία του παρελθόντος. Γιατί αυτό που επιθυμεί είναι να τα βάλει με τη μηδενιστική τροπή του παρόντος. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα γλυκό παραλήρημα εκ βαθέων, που η ροή του ακολουθεί πιστά τις διαδρομές του μυαλού μόνο όταν έχεις τα μάτια κλειστά. Κάτι σαν προσωπικό κόσμημα, από αυτά που μαζεύεις στο γιαλό. Τα βάζεις στο αυτί και λένε τα αμείλικτα μυστικά των αέρηδων. Γιατί πάνω από όλα αυτό που θέλει να μας υπενθυμίσει είναι πως το σπίτι της τέχνης δεν είναι ένα παλάτι, όπως πολλοί ξεγελάστηκαν. Ο τόπος του ποιήματος είναι ένα μικρό εξομολογητήριο.
Σταμάτα λίγο να μιλάς και κοίτα με στα μάτια.
Κύριε,
τώρα,
που καίγεται η στιγμή,
σαν το παλιόχαρτο,
κι ο ήλιος σου με τυφλώνει
μ’ επαναληπτικές ριπές,
άκου την προσευχή μου,
εμένα, του ελάχιστου.
Χάρισε λίγη δροσιά,
σκάψε μου ένα λακκάκι,
να θάψω μέσα του αυτό.
Το αδηφάγο και βασανιστικό
Αυτό.
Πάντα πεινασμένο.
Κλάδεψε τον ύπνο μου,
να κλείσουν οι δίοδοι του Άδη,
το χώμα απ’ τα μάτια και τ’ αυτιά.
Να μην παρακαλάμε πια,
κανείς να μην παρακαλάει.
Κριτικές
Χρήστος Αγγελάκος: Η Όλια έχει ένα μηχανάκι και γυρνάει πάνω κάτω στους δρόμους. Θα τη δεις στα Εξάρχεια και στη Νεάπολη, στο Παγκράτι και στην Πανόρμου, στη Δραπετσώνα και στην πλατεία Θεάτρου. Γυρνώντας μαζεύει εικόνες της πόλης. Άλλες τις ντύνει με ιστορίες κι άλλες τις αφήνει γυμνές. Το μηχανάκι μοιάζει με την Όλια, έχουν κι οι δυο εμπιστοσύνη στις στροφές. Τις νύχτες στον ύπνο της πλέκει ένα διάφανο ιστό. Εκεί κρεμάει τις εικόνες που μάζεψε. Οι εικόνες θα γίνουν ρόλοι ή ποιήματα. Τις πιο πολύτιμες τις φυλάει για να κεράσει τους φίλους της. Η Όλια, σε δέκα χρόνια από τώρα, θ’ ανοίξει ένα καφενείο. Θα βλέπει σε μια προκυμαία. Εκεί η Όλια θα μαζέψει τους ζωντανούς και τους πεθαμένους της φίλους. Θα πίνουν καφέδες και κονιάκ και θα παίζουν χαρτιά. Θα τα ’χουν πει όλα μεταξύ τους και θα τους έχει απομείνει η κυριολεξία. Θα μιλάνε με λέξεις συνθηματικές. Θα κρυπτογραφούν τα αισθήματα. Μια στις τόσες, κάποιος θ’ ανοίγει το στόμα του και θα λέει ένα ποίημα. Θα το λέει απλά, όπως λέμε «φέρε μου ένα νερό» ή «νά, το φεγγάρι.» Τις άλλες ώρες θα κοιτάζουν τη θάλασσα. Η θάλασσα θα τους λέει ιστορίες. Ολόκληρο το κείμενο του Χρήστου Αγγελάκου εδώ: www.bibliotheque.gr/article/49017
Π.Α. Ανδριόπουλος: Στο Φωτόδεντρο και την Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά ο Ελύτης κραυγάζει: “Το ελάχιστο θέλησα και με τιμώρησαν με το πολύ.” Φαίνεται πως τον άκουσε η Όλια Λαζαρίδου και κατέφυγε στην “προσευχή του ελάχιστου”. Μια σύγχρονη και βέβαια πιο δυνατή και υπαρξιακή εκδοχή της προσευχής του ταπεινού του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Ακόμα κάτι σαν το “Ελάχιστο Χρονικό του Έρωτα” του Γιάννη Ρίτσου ή σαν την “Προσευχή του σκουληκιού” του Νίκου Καρούζου. Κι ακόμα σαν την «Προσευχή του ακροβάτη» του Ν. Γκάτσου ή το «Κύριε» του Βαγγέλη Ροζακέα. Στην «προσευχή του ελάχιστου» η Όλια Λαζαρίδου “ανεβάζει” ολόκληρο τον Ελάχιστο Εαυτό της, δηλαδή πλέρια την αλήθεια της. Την αλήθεια που ακτινοβολεί στο θέατρο, στις προσωπικές της σχέσεις, στη ζωή της ολάκερη. Η Όλια Λαζαρίδου παλεύει συνεχώς για την αλήθεια και γι’ αυτό ξέρει να προσεύχεται. Ολόκληρο το κείμενο του Π. Α. Ανδριόπουλου εδώ: panagiotisandriopoulos.blogspot.gr/2015/09/blog-post_15.html
Αναστασία Γκίτση: «επειδή η συλλογή αποτελεί ένα τυπογραφικό κόσμημα, αντάξιο μιας ποιητικής εξομολόγησης που τελείται με καθημερινές λέξεις και εκφράσεις στο μέγα καθαρτήριο της ψυχής και του μυαλού. Επειδή ο στίχος “Πρέπει επειγόντως να φυσήξει Θεός. Να φυσήξει.” είναι πολύ δυνατός για να τον αποσιωπήσεις». Η Προσευχή του Ελάχιστου της Όλιας Λαζαρίδου στη λίστα με τις 7 «ανομολόγητες εμμονές» της Αναστασίας Γκίτση: frear.gr/?p=12138
Δ.Καραγιαννίδου: [ Έτσι φεύγουν οι άγγελοι.
Αφήνουν κι ένα παραθυράκι, ανοιχτό.
Και βγαίνω,
Και μπαίνω,
περνάω προσεχτικά απ´ το σπασμένο τζάμι. ] Η προσευχή του ελάχιστου. Ηχώ της φωνής μες στα ερείπια. Κι ο τοίχος το σχεδόν τίποτα, το ελάχιστο, το άλλο κεφάλι σου. Ψεύτικο ή πραγματικό σαν το νησί των θησαυρών. Εκεί που ψάχνεις κοχύλια. Αυτά που φέρνουν με τους αέρηδες τραγούδια. Εκείνο το τραγούδι που σέρνει τα μυστικά του παρελθόντος. Αυτά που βρίσκεις κυνηγώντας τα με τον τρόμο και τον φακό. Στις σιδερένιες νύχτες, στο σπιτάκι θυρωρείο, στο κόκκινο βελούδινο σαλόνι, Σόλωνος και Σίνα, στην αγορά, στην κουζίνα, σε μια παλία Τογιότα. Αυτά που βρίσκεις παντού. Και στη γραφή που τα βάζει μπροστά μας σ´ ένα άλλοθι της δικής μας ψυχής όταν γράφουμε. Κι αν το κοχύλι σπάει κάποτε μενταγιόν, κι αν κόβει Χέρι μαχαίρι, κι αν τρυπά Χέρι πιρούνι το στήθος, κι αν το μελάνι ισούται με αίμα, κι αν το αίμα είναι ζωή, – Ζωή που προσπαθεί ένα πιο μεγάλο κλουβί, τώρα που ξηλώσαμε τον εαυτό μας, που γκρεμίσαμε τις φωνές μας, τις φωνές έξω απ´ το ποίημα-, κάποτε. Στο τέρμα της Σκουφά, θα συναντήσουμε θάλασσα. Θα φύγουμε με το κρουαζιερόπλοιο
τα βράδυα θα χορεύουμε στο κατάστρωμα,
με σαξόφωνα και φεγγάρια και τέτοια.
Θα στροβιλιζόμαστε στα χέρια κάποιου,
θα φοράμε εμπριμέ φορέματα
. Η ορχήστρα θα παίζει το Γαλάζιο Κρίνο.
Ύστερα θα χωριστούμε πάλι και θα είμαστε για πάντα μαζί. Η προσευχή διαβάζεται πάντα μπρούμυτα. Με το κούτελο στο χώμα. Διαβάζεται με μάτια κλειστά.
Μουσική
Το βιβλίο της Όλιας συνοδεύεται ψηφιακά από την πρωτότυπη μουσική του Jason Bakey, την οποία μπορείτε να ακούσετε στο soundcloud των εκδόσεών μας. Γράφτηκαν δύο μουσικά κομμάτια με σκοτεινή αμπιεντική υπόσταση που προσπαθούν να προσεγγίσουν την ψυχοσύνθεση των δύο ηρώων του ποιήματος. Δηλαδή του Α και της Λ. Ήρωες που εμφανίζονται και εξαφανίζονται μέσα στο κείμενο. Ή μήπως και εκτός κειμένου;
Εικονογράφηση
Το γοητευτικό κείμενο της Όλιας συνοδεύεται εικαστικά από λεπτομέρειες μιας βιβλικής αγιογραφίας με θέμα τη Δευτέρα Παρουσία του Νίκου Δ. Ανδριανού (1886-1948), η οποία φανερώνεται για πρώτη φορά. Πρόκειται για έναν μονήρη ζωγράφο που ζούσε στο περιθώριο της σαλαμινιακής κοινωνίας, και παρόλο που κοσμικά ή μη έργα του υπάρχουν διάσπαρτα σε σπίτια και εκκλησίες της Αττικής και της Βοιωτίας, μόλις τα τελευταία χρόνια άρχισαν να γράφονται μερικές αποσπασματικές αράδες για το εικαστικό σύμπαν του. Ευελπιστώ η μικρή αναμόχλευση του έργου του από τις εκδόσεις Υποκείμενο να καταφέρει να δώσει μια έστω μικρή ώθηση ενδιαφέροντος προς το πρόσωπό του, έτσι ώστε να επιτευχθεί σιγά-σιγά μια καταλογογράφηση τού έργου του.
ένα teaser από την παράσταση ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΠΑΤΑΡΙΑ που βασίστηκε στις λέξεις του βιβλίου. Περισσότερα στοιχεία εδώ: battery–girl.tumblr.com