Πάσα Ανάσα

του γιώργου δομιανού

μη μιλάς·
σταμάτα λίγο.
έχεις ακούσει πώς αναπνέει η θάλασσα;

Ο γιώργος δομιανός πράττει το πρώτο του μεγάλο ποιητικό σχεδίασμα, που όχι μόνο λαμβάνει τον τίτλο «Πάσα Ανάσα» αλλά και τον εννοεί απόλυτα. Γιατί η αφήγηση δεν επικεντρώνεται μόνο στην ανάσα του ποιητή. Επεκτείνεται και στην ανάσα της ερωμένης. Σε έχω, σε κατέχω, δεν σε έχω, μου λείπεις, σου λείπω; Ως ένα άλλο Άσμα Ασμάτων, που δεν του λείπει ο οργασμός, προσπαθεί μέσα σε έναν καταδικασμένο ενεστώτα να χαϊδέψει όλες τις πτυχές μιας ερωτικής σχέσης: την ανεπάρκειά της, την απληστία της, το μεγαλείο της. Με έναν λυρισμό που δεν μεμψιμοιρεί, παλεύει να πιαστεί από τον πόθο ώστε να ξορκίσει το παρόν της γενικευμένης παραφροσύνης. Είναι ο ερωτευμένος ένα πολιτικό ον; Γιατί ο ηγέτης νιώθει τόσο μόνος; Είναι ο πόθος εξτρεμισμός; Όταν ξυπνήσεις θα μου χαρίσεις τον ύπνο σου; Θέτει τα ερωτήματα ως άνθρωπος. Ψάχνει τις απαντήσεις σκυλίσια. Αναμφίβολα πρόκειται για ένα βιβλίο οριακό. Θαρρείς πως στέκεται στο κάγκελο ενός μπαλκονιού στο Κουκάκι, ας πούμε σε αυτό που έπεσε ο Ηλίας Λάγιος, ατενίζει τη θέα του βάθους και προσπαθεί ξαφνικά να κάνει «σκοινάκι με τον ορίζοντα». Και τα καταφέρνει. Απλά πράγματα για τον απεγνωσμένο θα μου πεις. Κι ας το παραδεχτούμε: μαγεία χωρίς απόγνωση δεν υφίσταται.